- συνάλλαξις
- -άξεως, ἡ, Α [συναλλάσσω]συναλλαγή.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
συναλλάξεις — συνάλλαξις exchange fem nom/voc pl (attic epic) συνάλλαξις exchange fem nom/acc pl (attic) συναλλάσσω bring into intercourse with aor subj act 2nd sg (epic) συναλλάσσω bring into intercourse with fut ind act 2nd sg συναλλάσσω bring into… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ιωνίδες ή Ιωνιάδες — Έτσι ονομάζονταν στην αρχαία ελληνική μυθολογία οι νύμφες Ίασις, Καλλιφάεια, Πηγαία και Συναλλαξίς, τις οποίες λάτρευαν ως θεραπευτικές θεότητες. Το όνομά τους οφειλόταν στον Ίωνα, γιο του Γαργηττού, ο οποίος σύμφωνα με την παράδοση ξεκίνησε από… … Dictionary of Greek
συναλλάξεων — συναλλάξεω̆ν , συνάλλαξις exchange fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)